πλοηγίς

πλοηγίς
(-ίδος) η лоцманское судно

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "πλοηγίς" в других словарях:

  • πλοηγίδα — η, Ν ναυτ. μικρό μηχανοκίνητο σκάφος εξοπλισμένο με μέσα επικοινωνίας, που ανήκει κατά κανόνα σε πλοηγικό σταθμό και το οποίο χρησιμοποιείται για τη διακίνηση τού πλοηγού από και προς το πλοίο που πλοηγήθηκε ή που θα πλοηγηθεί, κν. πιλοτίνα.… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»